O «Ερωτόκριτος» του Κορνάρου έγινε κόμικ Ιστορία αγάπης



Το ιπποτικό έπος του Βιτσέντζου Κορνάρου, από τα αριστουργήματα της Αναγέννησης, κυκλοφορεί για πρώτη φορά σε graphic novel από τις εκδόσεις Polaris.
Ο κομίστας Γιώργος Γούσης(σχέδιο) και οι Δημοσθένης Παπαμάρκος καιΓιάννης Ράγκος (σενάριο) μετέτρεψαν την κλασική έμμετρη μυθιστορία των αρχών του 17ου αιώνα σε ένα ελληνικό fantasy, στο οποίο συνυπάρχουν ανεκπλήρωτοι έρωτες και ισχυροί δεσμοί φιλίας, πολιτικές συμμαχίες και βίαιες μάχες, κώδικες τιμής και φεμινιστικά «μοτίβα», με το στοιχείο της μαγείας να διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο.

Ο Γούσης επιλέγει κινηματογραφικά πλάνα και μαζί με τον Παναγιώτη Πανταζή (συνεργάστηκε στο χρώμα) επιλέγουν ποπ χρώματα δημιουργώντας σύγχρονες και ταυτόχρονα παραμυθένιες εικόνες.
Παράλληλα, καθώς η ιστορία του Eρωτόκριτου –αν και τυπικά εξελίσσεται στην αρχαία Αθήνα– χρησιμοποιεί στοιχεία από ποικίλες ιστορικές εποχές και διαφορετικούς πολιτισμούς (κλασική αρχαιότητα, Βυζάντιο, Αναγέννηση, Ενετοκρατία κ.ά.), η εικονογράφηση συνθέτει έναν κόσμο που δεν ανταποκρίνεται σε καμία συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα, αλλά αντλεί από στοιχεία της ελληνικής τέχνης όλων των περιόδων, με τον ίδιο τρόπο που η γλώσσα του Κορνάρου αντλεί από όλη την ελληνική γλωσσική παράδοση.
Στους διαλόγους υιοθετείται ένας λιτός και στρωτός νεοελληνικός λόγος, με απόλυτο σεβασμό στο πρωτότυπο κείμενο του Κορνάρου.
Στην αφήγηση περιλαμβάνονται αυθεντικά αποσπάσματα (δεκαπεντασύλλαβοι ομοιοκατάληκτοι στίχοι στην κρητική διάλεκτο) με ελάχιστες προσαρμογές, ως μια σκόπιμη «σύνδεση» με το γλωσσικό ιδίωμα του εμβληματικού αυτού έργου.
Ερωτόκριτος και Αρετούσα 
Ο Ερωτόκριτος είναι μία έμμετρη μυθιστορία που συντέθηκε από τον Βιτσέντζο Κορνάρο στην Κρήτη τον 17ο αιώνα.
Αποτελείται από 10.012 ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους στην κρητική διάλεκτο, των οποίων οι τελευταίοι δώδεκα αναφέρονται στον ίδιο τον ποιητή.
Κεντρικό θέμα του είναι ο έρωτας ανάμεσα σε δύο νέους, τον Ερωτόκριτο, που στο έργο αναφέρεται μόνο ως Ρωτόκριτος ή Ρώκριτος, και την Αρετούσα, και γύρω από αυτό περιστρέφονται και άλλα θέματα όπως η τιμή, η φιλία, η γενναιότητα και το κουράγιο.
Μαζί με την Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση είναι τα σημαντικότερα έργα της κρητικής λογοτεχνίας.
Ο Ερωτόκριτος πέρασε στην λαϊκή παράδοση και παραμένει δημοφιλές κλασικό έργο, χάρη και στην μελοποίησή του από τον Χριστόδουλο Χάλαρη και την ερμηνεία του από τον Νίκο Ξυλούρη.
πηγή: tvxs

Το κατά Γκαλεάνο ποδόσφαιρο


Ο μεγάλος Ουρουγουανός για την «σκιά» και το «φως» του λαϊκότερου παιχνιδιού της ανθρωπότητας


ToPeriodiko admin team Λογοτεχνία + ΠοίησηΜη (ξε)χάσετε 11/05/2016
Ένα χρόνο μετά τον θάνατο του μεγάλου Ουρουγουανού συγγραφέα, οι εκδόσεις Πάπυρος τιμούν τη μνήμη του παρουσιάζοντας, σε μετάφραση της Ισμήνης Κανσή, «Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως». Σε τούτο το βιβλίο ο Εδουάρδο Γκαλεάνο μιλάει για την ιστορία και την κουλτούρα τουποδοσφαίρου όντας βουτηγμένος μέσα σε αυτή, ένας διανοούμενος που είναι παθιασμένος με τη στρογγυλή «θεά» και με τις χορογραφίες των παικτών χωρίς βέβαια να παραλείπει την βιομηχανοποίηση του ποδοσφαίρου, την πολιτικοποίησή του και τον οικονομικό του τζόγο. Λίγο πριν την έκδοση του βιβλίου τοΠεριοδικό εξασφάλισε μια σειρά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
γκαλεανο5
ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
Η ιστορία του ποδοσφαίρου είναι ένα θλιβερό ταξίδι από το πηγαίο στο αναγκαίο. Καθώς το ποδόσφαιρο κατέληξε να γίνει βιομηχανία, εξορίστηκε σιγά σιγά η ομορφιά που πηγάζει από την απόλαυση να παίζεις και μόνο. Στον κόσμο μας σήμερα, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο καταδικάζει οτιδήποτε άχρηστο, και είναι άχρηστο οτιδήποτε δεν αποφέρει κέρδος. Κανείς δεν κερδίζει από αυτή την τρέλα που κάνει τον άντρα να γίνεται για λίγο παιδί, να παίζει δηλαδή όπως παίζει ένα πιτσιρίκι με το τόπι του ή μια γάτα με ένα κουβάρι μαλλί· μπαλαρίνα που χορεύει πετώντας στον αέρα ένα ελαφρύ μπαλόνι, μάλλινο κουβάρι που κυλά αβίαστα: να παίζει χωρίς να ξέρει καν ότι παίζει, χωρίς σκοπό, χωρίς χρονόμετρο και χωρίς διαιτητή. Το παιχνίδι έχει μετατραπεί σε θέαμα, σε ποδόσφαιρο προς θέαση, με λίγους πρωταγωνιστές και πολλούς θεατές, και αυτό το θέαμα έχει γίνει μια από τις πλέον κερδοφόρες οικονομικές δραστηριότητες παγκοσμίως. Οργανώνεται όχι για να γίνει παιχνίδι αλλά για να εμποδιστεί να είναι παιχνίδι. Η τεχνοκρατία του επαγγελματικού αθλητισμού έχει επιβάλει ένα ποδόσφαιρο ταχύτητας και δύναμης, που απαρνείται τη χαρά, σκοτώνει τη φαντασία και απαγορεύει την τόλμη. Ευτυχώς, εμφανίζεται ακόμα στα γήπεδα, αν και περιστασιακά, κάποιο τολμηρό αγρίμι που ξεφεύγει από το πλάνο, και διαπράττει το σφάλμα να τα βάλει με ολόκληρη την αντίπαλη ομάδα, τον διαιτητή και το κοινό στις κερκίδες, για την απόλαυση και μόνο του κορμιού, που ορμά στην απαγορευμένη περιπέτεια της ελευθερίας.
Ο ΠΑΙΚΤΗΣ
Ο παίκτης Τρέχει λαχανιασμένος πάνω κάτω. Από τη μια μεριά, τον περιμένει η ουράνια δόξα, από την άλλη, η άβυσσος της καταστροφής. Στη γειτονιά του τον ζηλεύουν. Ο επαγγελματίας ποδοσφαιριστής γλίτωσε το εργοστάσιο ή το γραφείο, και τον πληρώνουν για να κάνει το κέφι του· κοντολογίς, κέρδισε τον πρώτο λαχνό. Και παρότι πρέπει να χύνει ποτάμια τον ιδρώτα, χωρίς να έχει δικαίωμα ούτε να κουραστεί ούτε να λαθέψει, φιγουράρει στις εφημερίδες και στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο επαναλαμβάνει το όνομά του, οι γυναίκες αναστενάζουν για χάρη του, και τα παιδιά θέλουν να του μοιάσουν. Εκείνος όμως, που ξεκίνησε να παίζει μπάλα για τη χαρά του παιχνιδιού, στους χωματόδρομους κάποιας φτωχογειτονιάς, τώρα δουλεύει ως παίκτης στα στάδια, με την υποχρέωση είτε να κερδίζει είτε να κερδίζει. Οι επιχειρηματίες τον αγοράζουν, τον πουλάνε, τον δανείζουν, κι εκείνος αφήνεται με αντάλλαγμα την υπόσχεση για περισσότερη φήμη και χρήματα. Όσο μεγαλύτερη επιτυχία έχει, και όσο περισσότερα χρήματα κερδίζει, τόσο περισσότερο δέσμιος του συστήματος γίνεται. Υποδουλωμένος, σε στρατιωτική πειθαρχία, υποφέρει καθημερινά το μαρτύριο των εξαντλητικών προπονήσεων, και βομβαρδίζεται από παυσίπονα και κορτιζόνες, που ξεγελούν το κορμί, και κάνουν τον πόνο να ξεχαστεί. Και την παραμονή των σημαντικών αγώνων τον κλείνουν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για καταναγκαστικά έργα: άνοστα φαγητά, μεθύσι με νερό, και μοναχικός ύπνος. Στα άλλα ανθρώπινα επαγγέλματα, η δύση έρχεται με τα γηρατειά, όμως ο ποδοσφαιριστής μπορεί να γεράσει και στα τριάντα του. Οι μύες κουράζονται νωρίς: — Αυτός δεν βάζει γκολ ούτε με αίτηση. — Αυτός; Ούτε άμα δέσεις τα χέρια του τερματοφύλακα. Μπορεί και πριν απ’ τα τριάντα, όταν ένα σουτ τον ξαπλώσει άσχημα κάτω, ή του τύχει να υποστεί κάποια σοβαρή θλάση, ή μια κλοτσιά τού τσακίσει ένα κόκαλο ανεπανόρθωτα. Και μια ωραία ημέρα, ο ποδοσφαιριστής διαπιστώνει πως έπαιξε τη ζωή του κορόνα γράμματα, και ότι το χρήμα και η δόξα έχουν κάνει φτερά. Η δόξα, αυτό το πεφταστέρι, δεν του άφησε ούτε ένα γράμμα παρηγοριάς.
Ο ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ
Ονομάζεται επίσης γκολκίπερ, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να ονομαστεί και οσιομάρτυρας, κλοτσοσκούφι, αποδιοπομπαίος, κι εκείνος που πληρώνει τις αμαρτίες των άλλων. Λένε πως όπου πατάει δεν ξαναφυτρώνει χορτάρι. Είναι ολομόναχος, καταδικασμένος να παρακολουθεί τον αγώνα από μακριά. Μένει καθηλωμένος στη θέση του, στην ερημιά του, ανάμεσα στα τρία δοκάρια, περιμένοντας τον τουφεκισμό του. Παλιά φορούσε μαύρα, όπως ο διαιτητής. Τώρα που ο διαιτητής δεν μεταμφιέζεται πια σε κοράκι, ο τερματοφύλακας παρηγορεί τη μοναξιά του με διάφορους συνδυασμούς χρωμάτων. Δεν βάζει γκολ. Στέκεται εκεί για να μην του βάλουν. Το γκολ είναι η γιορτή του ποδοσφαίρου: ο σκόρερ φέρνει χαρά, ο τερματοφύλακας κάνει χαλάστρα. Φοράει το νούμερο ένα στην πλάτη του. Ο πρώτος που θα πληρωθεί; Όχι, ο πρώτος που θα πληρώσει τα σπασμένα. Το φταίξιμο είναι πάντοτε δικό του, ακόμα κι όταν δεν φταίει. Όποιος παίκτης κι αν κάνει πέναλτι, θα την πληρώσει ο τερματοφύλακας: τον αφήνουν εκεί, κατάμονο απέναντι στον δήμιό του, στην απεραντοσύνη του κενού τέρματος. Κι όταν η ομάδα του είναι σε άσχημη μέρα, πάλι αυτός την πληρώνει, τον βομβαρδίζουν με απανωτά σουτ, για άλλων αμαρτίες. Οι υπόλοιποι παίκτες μπορούν να τα θαλασσώσουν μια ή και πολλές φορές, αλλά εξιλεώνονται με κάποια θεαματική προσποίηση, μια εξαιρετική πάσα, ένα εύστοχο σουτ: εκείνος ποτέ. Το πλήθος δεν συγχωρεί τον τερματοφύλακα. Άφησε τη θέση του σε λάθος στιγμή; Έκανε κακή εκτίμηση; Γλίστρησε η μπάλα μέσα από τα χέρια του; Τα ατσαλένια του δάχτυλα έγιναν πούπουλα; Με ένα και μόνο λάθος του ο τερματοφύλακας καταστρέφει το παιχνίδι, χάνει το πρωτάθλημα, και τότε το κοινό ξεχνά μονομιάς όλα του τα κατορθώματα, και τον καταδικάζει σε αιώνια δυσμένεια. Η κατάρα θα τον κυνηγάει μέχρι το τέλος της ζωής του.
ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ
Μια ωραία ημέρα, η θεά του ανέμου φιλά το πόδι του άνδρα, ένα πόδι κακοπαθημένο και περιφρονημένο, και από εκείνο το φιλί γεννιέται το ποδοσφαιρικό είδωλο. Γεννιέται σε αχυρένια κούνια, σε τενεκεδόσπιτο, κι έρχεται στον κόσμο αγκαλιά με μια μπάλα. Μόλις μάθει να περπατά, ξέρει και να παίζει μπάλα. Τα πρώτα του χρόνια δίνει ζωή και χαρά στις αλάνες, παίζει ξέφρενα στις φτωχογειτονιές μέχρι να σκοτεινιάσει και να μη βλέπει πια την μπάλα, και στα νεανικά του χρόνια ανοίγει τα φτερά του, και τα γήπεδα πετούν μαζί του. Τα ακροβατικά του φέρνουν κοσμοσυρροή από Κυριακή σε Κυριακή, από νίκη σε νίκη, από αποθέωση σε αποθέωση. Η μπάλα τον αποζητά, τον αναγνωρίζει, τον χρειάζεται. Πάνω στο πόδι του αναπαύεται, νιώθει άνετα. Εκείνος της δίνει λάμψη, της μιλάει, και μέσα από τη συνομιλία τους επικοινωνούν εκατομμύρια χωρίς φωνή. Οι ασήμαντοι άνθρωποι, οι καταδικασμένοι να είναι πάντα ασήμαντοι, μπορούν να νιώσουν για λίγο ότι είναι κάποιοι, χάρη στις πάσες που αλλάζουν με τη μία, στις τρίπλες που ζωγραφίζουν στο γρασίδι, στα απίθανα γκολ με το τακουνάκι ή στο ανάποδο ψαλίδι: όταν παίζει αυτός, η ομάδα έχει δώδεκα παίκτες.
— Δώδεκα; Δεκαπέντε έχει! Είκοσι! Η μπάλα γελάει, ακτινοβολεί στον αέρα. Εκείνος την κατεβάζει, τη νανουρίζει, της κάνει κομπλιμέντα, τη χορεύει, και οι θαυμαστές του, βλέποντας όλα αυτά τα πρωτοφανή, νιώθουν οίκτο για τα εγγόνια τους που δεν γεννήθηκαν ακόμα, και δεν θα έχουν την ευκαιρία να τα δουν. Όμως το είδωλο είναι είδωλο για μια στιγμή μονάχα, ανθρώπινη αιωνιότητα, ένα τίποτα. Έρχεται η ώρα που αχρηστεύεται το χρυσό πόδι, το αστέρι έχει διανύσει την τροχιά του από τη λάμψη μέχρι το σβήσιμό του. Το κορμί του έχει περισσότερα μπαλώματα και από το κουστούμι του παλιάτσου, και ο ακροβάτης είναι τώρα παράλυτος, ο καλλιτέχνης είναι ένα άχρηστο πλάσμα: — Με τα δεκανίκια! Η πηγή της συλλογικής ευτυχίας γίνεται τώρα αλεξικέραυνο της γενικής κατακραυγής: — Ψοφίμι! Μερικές φορές το είδωλο δεν καταρρέει ολοσχερώς. Σπάει, και το πλήθος τρέχει να τον κατασπαράξει κομμάτι κομμάτι.
γκαλεανο4
Ο ΦΑΝΑΤΙΚΟΣ
O φανατικός είναι ένας οπαδός σε τρελοκομείο. Η εμμονή του να αρνείται το προφανές τον οδηγεί τελικά στο να απαρνείται τη λογική και οτιδήποτε άλλο έχει να κάνει με αυτήν, και τα λείψανα του ναυαγίου αρμενίζουν ακυβέρνητα σε ταραγμένα νερά, που τροφοδοτούνται διαρκώς από μια οργή που δεν καταλαγιάζει. Ο φανατικός μπαίνει στο γήπεδο με τη σημαία της ομάδας του, το πρόσωπο βαμμένο με τα χρώματα της λατρεμένης φανέλας, και βαρυφορτωμένος με σαματατζίδικα κι επιθετικά μαραφέτια. Είναι ήδη φτιαγμένος από τον δρόμο, και κάνει πολύ φασαρία για το τίποτα. Δεν πάει ποτέ μόνος. Ανακατεμένος μέσα στο εξαγριωμένο πλήθος, αυτή την επικίνδυνη σαρανταποδαρούσα, ο ταπεινωμένος κάνει τα πάντα για να ταπεινώσει τους άλλους, ο φοβισμένος γίνεται η φοβέρα. Η παντοδυναμία της Κυριακής ξορκίζει την υποταγμένη ζωή της υπόλοιπης εβδομάδας, το κρεβάτι δίχως πόθο, τη δουλειά χωρίς ενδιαφέρον, ή την απραγία: απελευθερωμένος για μια μέρα, ο φανατικός εκδικείται τους πάντες και τα πάντα. Παρακολουθεί τον αγώνα σε κατάσταση επιληψίας, χωρίς να τον βλέπει. Το πεδίο της μάχης του είναι οι κερκίδες. Εκεί δίνει τον δικό του αγώνα. Και μόνο η παρουσία ενός οπαδού της αντίπαλης ομάδας αποτελεί απαράδεκτη πρόκληση. Το Καλό δεν είναι βίαιο, όμως υποχρεώνεται αναγκαστικά να γίνει από το Κακό. Ο εχθρός, αιώνιος φταίχτης, αξίζει να στραγγαλιστεί. Ο φανατικός δεν μπορεί να αφαιρεθεί ούτε στιγμή, γιατί ο εχθρός παραμονεύει παντού. Ίσως να κρύβεται και σ’ εκείνον τον σιωπηλό θεατή, που σε κάποια στιγμή μπορεί να εκφράσει τη γνώμη ότι ο αντίπαλος δεν παίζει άσχημα, και τότε θα πάρει αυτό που του αξίζει.
ΤΟ ΓΚΟΛ
Το γκολ είναι ο οργασμός του ποδοσφαίρου. Και όπως ακριβώς ο οργασμός, έτσι και το γκολ, όλο και περισσότερο σπανίζει στη σύγχρονη ζωή. Πριν από μισό αιώνα, σπανίως ένας αγώνας τελείωνε δίχως γκολ: 0-0, δυο στόματα που χάσκουν, δυο χασμουρητά. Τώρα οι έντεκα παίκτες περνάνε όλο τον αγώνα κολλημένοι στη μικρή περιοχή, προσπαθώντας να αποτρέψουν τα γκολ, και δεν έχουν καιρό για να βάλουν. Ο ενθουσιασμός που προκαλείται κάθε φορά που η άσπρη μπάλα τραντάζει τα δίχτυα μοιάζει με μυστήριο ή τρέλα, όμως πρέπει να παραδεχτούμε ότι το θαύμα δεν συμβαίνει συχνά. Το γκολ, ακόμα κι αν πρόκειται για γκολάκι, μετατρέπεται σε γκοοοοοοοοοοολ στο στόμα των εκφωνητών του ραδιοφώνου, ένα ντο βαρύτονο, που θα έκανε τον Καρούζο να σιωπήσει για πάντα, και το πλήθος παραληρεί, ενώ το γήπεδο ξεχνά πως είναι από τσιμέντο, ξεκολλάει από τη γη, και πετά στον αέρα.
Ο ΔΙΑΙΤΗΤΗΣ
Ο διαιτητής Ο διαιτητής είναι εξ ορισμού αυθαίρετος. Είναι ο επαχθής τύραννος που ασκεί τη δικτατορία του χωρίς καμιά πιθανότητα για αντιπολίτευση, και ο πομπώδης δήμιος που ασκεί την απόλυτη εξουσία του με χειρονομίες όπερας. Με τη σφυρίχτρα στο στόμα, ο διαιτητής φυσάει τους ανέμους τού πεπρωμένου, κι επικυρώνει ή ακυρώνει γκολ. Με την κάρτα στο χέρι, υψώνει τα χρώματα της καταδίκης: το κίτρινο, η τιμωρία του αμαρτωλού που οφείλει να μετανοήσει, και το κόκκινο, που τον στέλνει στην εξορία. Οι επόπτες τον βοηθούν, αλλά δεν αποφασίζουν· παρακολουθούν απέξω. Μόνο ο διαιτητής μπαίνει στον αγωνιστικό χώρο, και με το δίκιο του σταυροκοπιέται αμέσως μόλις βρεθεί μπροστά στο πλήθος που βρυχάται. Η δουλειά του είναι να γίνεται μισητός. Μοναδική ομοφωνία στο ποδόσφαιρο: τον μισούν οι πάντες. Πάντα τον γιουχάρουν, ποτέ δεν τον χειροκροτούν. Στην τρεχάλα δεν έχει το ταίρι του. Είναι ο μόνος που πρέπει να τρέχει διαρκώς. Είναι ένας παρείσακτος που καλπάζει και κοψομεσιάζεται αγκομαχώντας ασταμάτητα ανάμεσα στους είκοσι δύο παίκτες. Και σε αντάλλαγμα για τις τόσες θυσίες του, το πλήθος ουρλιάζει, ζητώντας το κεφάλι του. Από την αρχή του παιχνιδιού μέχρι το τέλος, ο διαιτητής, καταϊδρωμένος, είναι υποχρεωμένος να κυνηγά την άσπρη μπάλα που πηγαινοέρχεται σε ξένα πόδια. Θα ήθελε πολύ να παίξει μαζί της, όμως αυτή η χάρη δεν του δόθηκε ποτέ. Όταν η μπάλα ακουμπά, κατά λάθος, το κορμί του, σύσσωμοι οι θεατές μνημονεύουν τη μάνα του. Και μολαταύτα, προκειμένου να βρίσκεται εκεί, στον ιερό πράσινο χώρο όπου η μπάλα κυλά και πετά, υπομένει βρισιές, γιουχαΐσματα, πέτρες και κατάρες. Πού και πού, σπάνια, κάποια απόφαση του διαιτητή συμβαδίζει με την επιθυμία του οπαδού, όμως ούτε τότε καταφέρνει να αποδείξει την αθωότητά του. Οι ηττημένοι χάνουν εξαιτίας του, και οι νικητές κερδίζουν ξέχωρα απ’ αυτόν. Άλλοθι για όλα τα σφάλματα, δικαιολογία για όλες τις δυστυχίες, οι οπαδοί θα έπρεπε να τον εφεύρουν εάν δεν υπήρχε. Όσο περισσότερο τον μισούν τόσο περισσότερο τον έχουν ανάγκη. Για πάνω από έναν αιώνα, ο διαιτητής ντυνόταν στα μαύρα. Ποιον πενθούσε; Τον εαυτό του. Τώρα προσποιείται με χρώματα.
ΟΙ ΕΙΔΗΜΟΝΕΣ
Πριν από τον αγώνα, οι δημοσιογράφοι υποβάλλουν ερωτήσεις που προκαλούν αμηχανία: — Είστε έτοιμοι για τη νίκη; Και παίρνουν κάτι φοβερές απαντήσεις: — Θα κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για να κερδίσουμε. Στη συνέχεια τον λόγο έχουν οι σπορτκάστερ. Εκείνοι της τηλεόρασης δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις εικόνες, γι’ αυτό απλά τις συνοδεύουν. Του ραδιοφώνου πάλι, δεν ενδείκνυνται για καρδιοπαθείς: αυτοί οι αριστοτέχνες του σασπένς τρέχουν περισσότερο από τους παίκτες και την ίδια την μπάλα, και αναμεταδίδουν έναν αγώνα που συνήθως δεν έχει μεγάλη σχέση με εκείνον που παρακολουθεί κανείς. Σ’ εκείνο τον καταρράκτη λέξεων, περνά ξυστά την άσπρη γραμμή η βολίδα που πετά πάνω από τα κεφάλια, και κινδυνεύει άμεσα να δεχτεί γκολ το τέρμα όπου μια μικρή αράχνη υφαίνει τον ιστό της από το ένα δοκάρι στο άλλο, ενώ ο τερματοφύλακας χασμουριέται. Όταν η συγκλονιστική μέρα φτάνει στο τέλος της μέσα στον τσιμεντένιο κολοσσό, έρχεται η ώρα των σχολιαστών. Οι σχολιαστές είχαν ήδη διακόψει την αναμετάδοση του αγώνα αρκετές φορές για να υποδείξουν στους παίκτες τι έπρεπε να κάνουν, όμως αυτοί δεν μπορούσαν να τους ακούσουν γιατί ήταν απασχολημένοι κάνοντας λάθη. Τούτοι οι ιδεολόγοι του WM εναντίον του MW, που είναι ακριβώς το ίδιο, αλλά από την ανάποδη, χρησιμοποιούν ένα λεξιλόγιο όπου η επιστημονική πολυμάθεια κυμαίνεται ανάμεσα στην πολεμική προπαγάνδα και τη λυρική έκσταση. Και πάντα μιλούν σε πληθυντικό αριθμό, γιατί είναι πολλοί.
Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ
Η γλώσσα των επιστημόνων του ποδοσφαίρου Ας συνοψίσουμε την άποψή μας, διατυπώνοντας μια πρώτη προσέγγιση των προβλημάτων τακτικής, τεχνικής και έμψυχου δυναμικού στην αναμέτρηση που διεξήχθη σήμερα στο γήπεδο του Ποδοσφαιρικού Συλλόγου Ουνίδος Βενσερέμος, χωρίς να περιπέσουμε σε απλουστεύσεις ασυμβίβαστες με ένα θέμα που αναμφίβολα μας επιβάλλει βαθύτερες και εκτενέστερες αναλύσεις, και χωρίς να περιπέσουμε σε αμφισημίες που ήταν, είναι και θα είναι ξένες στη δία βίου αφοσίωσή μας στην υπηρεσία του αθλητισμού. Θα ήταν εύκολο να αποφύγουμε την ευθύνη μας και να επιρρίψουμε την αποτυχία της γηπεδούχου ομάδας στην κακή απόδοση των παικτών της, όμως το υπερβολικά αργό παιχνίδι που έκαναν σήμερα όποτε είχαν την μπάλα στα πόδια δεν δικαιολογεί επ’ ουδενί, και αυτό το τονίζω, κυρίες και κύριοι, επ’ ουδενί, παρόμοια γενικευμένη απαξίωση, και κατά τα άλλα άδικη. Όχι, και πάλι όχι. Ο κομφορμισμός δεν είναι το δικό μας ύφος, όπως πολύ καλά γνωρίζουν όσοι παρακολουθούν την πορεία μας όλα αυτά τα χρόνια, εδώ, στην αγαπημένη μας πατρίδα, καθώς και στα δρώμενα του διεθνούς αθλητισμού, και του παγκόσμιου, όπου μας ζητήθηκε να εκπληρώσουμε το ταπεινό μας καθήκον. Γι’ αυτό και θα το πούμε ξεκάθαρα, όπως το συνηθίζουμε: η οργανική δυναμική του παιχνιδιού της ρωμαλέας αυτής ομάδας δεν στέφθηκε με επιτυχία, διότι απλά και μόνο εξακολουθεί να αδυνατεί να διοχετεύσει αποτελεσματικά τις προσδοκίες της για άσκηση μεγαλύτερης επιθετικής πίεσης προς τη μεγάλη περιοχή του αντιπάλου. Το είχαμε ήδη επισημάνει την περασμένη Κυριακή, όπως ακριβώς το επισημαίνουμε και σήμερα, με το κεφάλι ψηλά, και χωρίς να μασάμε τα λόγια μας, γιατί πάντα λέγαμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, και θα συνεχίσουμε να λέμε την αλήθεια, όσο κι αν πολλούς τούς πονάει, όποιοι κι αν είναι αυτοί, κι όποιο κι αν είναι το κόστος.
ΤΟ ΓΗΠΕΔΟ
Έχετε μπει ποτέ σε άδειο γήπεδο; Κάντε μια δοκιμή. Σταθείτε στη μέση του σταδίου κι αφουγκραστείτε. Το γήπεδο κάθε άλλο παρά άδειο είναι. Και οι κερκίδες δεν είναι καθόλου βουβές. Στο Ουέμπλεϊ ακούγονται ακόμα οι φωνές από το Μουντιάλ του ’66, όταν κέρδισε η Αγγλία, όμως αν αφουγκραστείτε καλύτερα, θα μπορέσετε να ακούσετε το απαρηγόρητο κλάμα του ’53, όταν οι Ούγγροι νίκησαν την αγγλική ομάδα. Το Στάδιο Σεντενάριο του Μοντεβιδέο αναστενάζει νοσταλγικά για τις ένδοξες μέρες του ποδοσφαίρου της Ουρουγουάης. Το Μαρακανά εξακολουθεί να θρηνεί τη βραζιλιάνικη ήττα στο Μουντιάλ του ’50. Στo Μπομπονέρα του Μπουένος Άιρες ηχούν τα τύμπανα που χτυπούσαν μισό αιώνα νωρίτερα. Από τα βάθη του Σταδίου Αζτέκα ακούς την ηχώ των τελετουργικών ύμνων του αρχαίου μεξικανικού παιχνιδιού με την μπάλα. Το τσιμέντο του Καμπ Νου της Βαρκελώνης μιλά καταλανικά, και οι κερκίδες του Σαν Μαμές στο Μπιλμπάο μιλούν βασκικά. Στο Μιλάνο, το φάντασμα του Τζουζέπε Μεάτσα βάζει γκολ, και το στάδιο που φέρει το όνομά του δονείται. Ο τελικός του Μουντιάλ του ’74, όπου κέρδισε η Γερμανία, επαναλαμβάνεται νύχτα μέρα στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου. Το στάδιο του βασιλιά Φαχντ στη Σαουδική Αραβία έχει θεωρείο από μάρμαρο και χρυσάφι, και οι κερκίδες είναι στρωμένες με μοκέτα, αλλά δεν έχει μνήμη, ούτε τίποτα ιδιαίτερο να πει.
γκαλεανο2
Η ΜΠΑΛΑ
Η μπάλα των Κινέζων ήταν δερμάτινη, παραγεμισμένη με κάνναβη. Οι Αιγύπτιοι της εποχής των Φαραώ την έφτιαχναν από άχυρο ή πίτυρα, και την τύλιγαν με χρωματιστά πανιά. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν την κύστη του βοδιού, την οποία γέμιζαν και έραβαν. Οι Ευρωπαίοι του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης έπαιζαν με μια μπάλα σχήματος οβάλ, παραγεμισμένη με αλογότριχες. Στην Αμερική, την έφτιαχναν από καουτσούκ, και χοροπηδούσε όσο σε κανένα άλλο μέρος. Οι χρονικογράφοι της ισπανικής αυλής αναφέρουν με τι τρόπο ο Ερνάν Κορτές έκανε μια μεξικανική μπάλα να πετάξει ψηλά, μπροστά στα έκπληκτα μάτια του αυτοκράτορα Καρόλου. Η μπάλα από λάστιχο, που τη φούσκωναν και την κάλυπταν με δέρμα, γεννήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα, χάρη στην ευρηματικότητα του Τσαρλς Γκούντγιαρ, ενός Αμερικανού από το Κονέκτικατ. Και χάρη στην ευρηματικότητα τριών Αργεντινών από την Κόρδοβα, του Τοσολίνι, του Βαλμπονέζι και του Πόλο, γεννήθηκε, πολύ αργότερα, η μπάλα χωρίς ραφές. Οι ίδιοι επινόησαν τον αεροθάλαμο (σαμπρέλα) με βαλβίδα ασφαλείας, τον οποίο γέμιζαν αέρα με αντλία, κι έτσι από το Μουντιάλ του ’38 οι παίκτες δεν έγδερναν πια το κεφάλι τους. Γύρω στα μέσα του 20ού αιώνα, η μπάλα ήταν καφέ. Στη συνέχεια άσπρη. Σήμερα τα μοντέλα είναι μαύρα σε άσπρο φόντο, με διάφορες παραλλαγές. Τώρα έχει περίμετρο εβδομήντα εκατοστά και είναι καλυμμένη με πολυουρεθάνη πάνω σε αφρό πολυαιθυλενίου. Είναι αδιάβροχη, ζυγίζει λιγότερο από μισό κιλό, και κινείται γρηγορότερα από την παλιά δερμάτινη μπάλα, που γινόταν ασήκωτη τις βροχερές μέρες. Την αποκαλούν με διάφορα ονόματα: σφαίρα, τόπι, στρογγυλή θεά. Στη Βραζιλία δεν αμφιβάλλει κανείς ότι είναι γυναίκα. Οι Βραζιλιάνοι τη λένε χοντρούλα, γκορντουτσίνια, ή κοριτσάκι, μενίνα, και της δίνουν διάφορα ονόματα, Μαρικότα, Λεονόρ ή Μαργαρίτα. Ο Πελέ τη φίλησε στο Μαρακανά, όταν έβαλε το χιλιοστό του γκολ, και ο Ντι Στέφανο της έστησε μνημείο στην είσοδο του σπιτιού του, μια μπρούντζινη μπάλα με την επιγραφή Σ’ ευχαριστώ, παλιοκόριτσο. Η μπάλα είναι πιστή. Στον τελικό του Μουντιάλ του ’30 οι δυο ομάδες επέμεναν να παίξουν με τη δική τους μπάλα. Ο κριτής, σαν τον σοφό Σολομώντα, αποφάσισε ότι στο πρώτο ημίχρονο θα έπαιζαν με την μπάλα της Αργεντινής και στο δεύτερο με την μπάλα της Ουρουγουάης. Η Αργεντινή κέρδισε στο πρώτο ημίχρονο, και η Ουρουγουάη στο δεύτερο. Όμως η μπάλα έχει και τις ιδιοτροπίες της, και καμιά φορά δεν θέλει να μπει στο τέρμα, γιατί αλλάζει γνώμη στον αέρα, και λοξοδρομεί. Είναι, βλέπετε, πολύ μυγιάγγιχτη. Δεν ανέχεται να την κλοτσάνε εκδικητικά, ή να την κακομεταχειρίζονται. Απαιτεί να τη χαϊδεύουν, να τη φιλάνε, να τη νανουρίζουν στο στήθος, ή στο πόδι τους. Είναι πολύ περήφανη, και ίσως λιγάκι αλαζονική, αλλά δεν έχει άδικο: ξέρει καλά πως δίνει χαρά σε πολλές ψυχές, και πως πολύς κόσμος κοψοχολιάζεται όταν πέφτει άγαρμπα.
ΤΟ ΟΠΙΟ ΤΩΝ ΛΑΩΝ
Tι κοινό έχουν το ποδόσφαιρο και ο Θεός; Οι πιστοί τούς είναι απόλυτα αφοσιωμένοι, και οι διανοούμενοι τα αμφισβητούν. Το 1902 στο Λονδίνο ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ ειρωνεύτηκε το ποδόσφαιρο και «τους μικρόψυχους που ξεδιψάνε με κάτι λασπωμένους ηλίθιους». Έναν αιώνα αργότερα, στο Μπουένος Άιρες, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν πιο διακριτικός: έδωσε μια διάλεξη με θέμα την αθανασία την ίδια μέρα και ώρα που η Αργεντινή έδινε τον πρώτο της αγώνα στο Μουντιάλ του ’78. Η περιφρόνηση που πολλοί συντηρητικοί διανοούμενοι δείχνουν για το ποδόσφαιρο βασίζεται στη βεβαιότητα ότι η ειδωλολατρία της μπάλας είναι μια δεισιδαιμονία αντάξια του λαού. Η πλέμπα που παθιάζεται με το ποδόσφαιρο σκέφτεται με τα πόδια, το χαρακτηριστικό του γνώρισμα, και ικανοποιείται με αυτή την ποταπή απόλαυση. Το ζωώδες ένστικτο επιβάλλεται στην ανθρώπινη λογική, η άγνοια συνθλίβει τον Πολιτισμό, κι έτσι ο όχλος έχει αυτό που θέλει. Από την άλλη, πολλοί αριστεροί διανοούμενοι απορρίπτουν το ποδόσφαιρο γιατί ευνουχίζει τις μάζες και αποπροσανατολίζει τις επαναστατικές τους δυνάμεις. Άρτος και θεάματα, θεάματα χωρίς άρτο: υπνωτισμένοι από την μπάλα, που ασκεί μια νοσηρή γοητεία, οι εργάτες αφήνουν την ταξική τους συνείδηση να ατροφήσει και γίνονται έρμαια των ταξικών τους εχθρών. Όταν το ποδόσφαιρο έπαψε να είναι προνόμιο των Άγγλων και των πλουσίων, οργανώθηκαν στο Ρίο ντε λα Πλάτα οι πρώτες λαϊκές ομάδες στα μηχανουργεία των σιδηροδρόμων και στα ναυπηγεία των λιμανιών. Τότε, ορισμένοι αναρχικοί και σοσιαλιστές ηγέτες κατήγγειλαν εκείνη τη ραδιουργία της αστικής τάξης, που αποσκοπούσε στο να αποφεύγονται οι απεργίες και να αποσιωπούνται οι κοινωνικές αντιφάσεις. Η διάδοση του ποδοσφαίρου σε παγκόσμια κλίμακα ήταν αποτέλεσμα ενός ιμπεριαλιστικού τεχνάσματος, ώστε να καθηλώνονται οι καταπιεσμένοι λαοί στην παιδική τους ηλικία. Όμως η ομάδα Αρχεντίνος Τζούνιορς πήρε το όνομα Μάρτυρες του Σικάγου, προς τιμήν των αναρχικών εργατών που απαγχονίστηκαν την Πρωτομαγιά, και ήταν Πρωτομαγιά όταν ιδρύθηκε η ομάδα Τσακαρίτα, η οποία βαφτίστηκε μέσα σε μια αναρχική βιβλιοθήκη του Μπουένος Άιρες. Εκείνα τα πρώτα χρόνια του αιώνα δεν έλειψαν και οι αριστεροί διανοούμενοι που υποστήριξαν το ποδόσφαιρο, αντί να το απορρίψουν ως αναισθητικό της συνείδησης. Ανάμεσά τους, ο Ιταλός μαρξιστής Αντόνιο Γκράμσι, που εγκωμίασε εκείνο «το βασίλειο της ανθρώπινης συντροφικότητας που ασκείται σε ελεύθερο χώρο».

«Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως» θα παρουσιαστεί την Τετάρτη 18 Μαΐου 2016, στις 7.30 μ.μ., στοΙνστιτούτο Θερβάντες της Αθήνας (Μητροπόλεως 23). Θα μιλήσουν η μεταφράστρια του βιβλίου Ισμήνη Κανσή, ο δημοσιογράφος του αθλητικού ρεπορτάζ Αντώνης Πανούτσος και ο ακαδημαϊκός, καθηγητής Φυσικής Υψηλών Ενεργειών, Δημήτρης Νανόπουλος. Τη συζήτηση θα διευθύνει ο δημοσιογράφος Μάκης Προβατάς, ενώ χαιρετισμό θα απευθύνει η πρέσβειρα της Ουρουγουάης Adriana Lissidini.
γκαλεανο1

Σαν σήμερα: 11 Μαϊου 1981 ο Μπομπ Μάρλεϊ περνάει στην αιωνιότητα


Τραγουδοποιός από την Ιαμαϊκή (Jamaica), που διεθνοποίησε τη μουσική ρέγκε και την κουλτούρα των Ρασταφάρι.
Ο Μπομπ Μάρλεϊ (Bob Marley) γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1945 στο χωριό Νάιν Μάιλς ως Ρόμπερτ Νέστα Μάρλεϊ. Ήταν γιος του πενηντάχρονου άγγλου λευκού στρατιωτικού Νόρβαλ Σινκλέρ Μάρλεϊ και της δεκαοκτάχρονης Σιντέλα Μπούκερ, μιας ντόπιας μαύρης. Ο πατέρας του ζούσε στο Λίβερπουλ, αλλά βοηθούσε οικονομικά τον μικρό του γιο και τη μητέρα του, μέχρι τον θάνατό του το 1955. Τότε, ο Μπομπ και η μητέρα του αναγκάσθηκαν να μετακομίσουν στον τενεκοδομαχαλά Τρέντσταουν του Κίνγκστον, ελλείψει χρημάτων. Εκεί ο μικροσκοπικός Μπομπ (δεν ξεπέρασε ποτέ το 1,63 μ. σε ύψος), αναγκάσθηκε να ατσαλώσει τον χαρακτήρα του για να επιβιώσει, καθώς αντιμετώπιζε την προκατάληψη τόσο των λευκών όσο και των μαύρων.
Σε ηλικία 14ων ετών, εγκατέλειψε το σχολείο και άρχισε να δουλεύει ως βοηθός οξυγονοκολλητή. Τις ελεύθερες ώρες του έπαιζε μουσική με τον φίλο του Νέβιλ «Μπάνι» Λίβινγκστον (γνωστότερο αργότερα ως Μπάνι Γουέιλερ) και τον Τζο Χιγκς, έναν εκκολαπτόμενο τραγουδιστή και μέλος του κινήματος των Ρασταφάρι, ένα περίεργο κράμα από βιβλικές προφητείες, φιλοσοφία της επιστροφής στη φύση και μαύρου εθνικισμού, που αποθεώνει τη λατρεία της μαριχουάνας και τη νοσταλγία επιστροφής στην Αφρική. Στην παρέα προστέθηκε και ο νεαρός Πίτερ Μάκιντος (γνωστός αργότερα ως Πίτερ Τος). Το 1962 ο Μάρλεϊ ηχογράφησε τα δύο πρώτα του σινγκλ Judge Not και One Cup of Coffee, που πέρασαν απαρατήρητα και τα γνωρίσαμε από τις μεταθανάτιες συλλογές τραγουδιών του.
Το 1963, οι Μάρλεϊ, Λίβινγκστον και Μάκιντος σχημάτισαν ένα γκρουπ, που έπαιζε σκα και ροκστίντι μουσική (πρώιμες μορφές ρέγγε), με την ονομασία The Teenagers. Μετά από συνεχείς αλλαγές, το συγκρότημα κατέληξε στην ονομασία The Wailers. H επιτυχία δεν ήρθε και ο Μάρλεϊ αναγκάσθηκε να μετακομίζει με τη γυναίκα του Ρίτα Άντερσον στο σπίτι της πεθεράς του στο Ντελαγουέρ των ΗΠΑ, όπου δούλεψε ως εργάτης στη χημική βιομηχανία Ντιπόν και την αυτοκινητοβιομηχανία Κράισλερ.
Η μισθωτή εργασία δεν τον ενθουσίασε και το 1967 επέστρεψε στο νησί για να ασχοληθεί και πάλι με τη μουσική. Τότε έγινε μέλος του κινήματος των Ρασταφάρι και υιοθέτησε τα χαρακτηριστικά κοτσιδάκια (dreadlocks), που έγιναν το σήμα κατατεθέν του και αργότερα παγκόσμια μόδα.
Bob Marley & The Wailers
Από το 1968 έως το 1972 οι Γουέιλερς ξαναηχογράφησαν κάποια από τα παλιά τους κομμάτια, εμπορικοποίησαν τον ήχο τους και χτύπησαν τις πόρτες των δισκογραφικών εταιρειών. Το 1972 κυκλοφόρησε το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο Catch A Fire (Stir It UpKinky Reggae), που κινήθηκε καλά. Ένα χρόνο αργότερα ακολούθησε το Burnin' με τραγούδια όπως τα Get Up, Stand Up και το I shot the Sheriff, που έγινε παγκόσμια επιτυχία στη διασκευή του Έρικ Κλάπτον και βοήθησε στην εκτόξευση της δημοτικότητας του Μπομπ Μάρλεϋ.

Το 1974 οι Γουέιλερς διαλύθηκαν, λόγω διαφωνιών. Οι Λίβινγκστον και Μάκιντος ακολούθησαν σόλο καριέρα, ο πρώτος ως Μπάνι Γουέιλερ και ο δεύτερος ως Πίτερ Τος. Ο Μάρλεϊ κράτησε το όνομα του συγκροτήματος και εμφανιζόταν ως Μπομπ Μάρλεϊ και Γουέιλερς με μουσικούς, όπως οι αδελφοί Κάρλτον και Άστον Μπάρετ στο ρυθμικό τμήμα και οι Τζούνιορ Μάρβιν και Αλ Άντερσον στις κιθάρες. Τους συνόδευε πάντα στα φωνητικά το γυναικείο τρίο I Threes, που το αποτελούσαν η γυναίκα του Μάρλεϊ, Ρίτα, η Μάρσια Γκρίφιθς και η Τζούντι Μόουατ.
Το 1975 σημειώνει την πρώτη παγκόσμια επιτυχία του με το τραγούδι No Woman, No Cry από το άλμπουμ Natty Dread. Τον επόμενο χρόνο το Rastaman Vibration γνωρίζει μεγάλη επιτυχία στις ΗΠΑ και παραμένει για τέσσερεις εβδομάδες στα δέκα πρώτα άλμπουμ του αμερικανικού πίνακα επιτυχιών. Τώρα, ο Μπομπ Μάρλεϊ είναι ένας καλλιτέχνης παγκοσμίου βεληνεκούς, με γεμάτες συναυλίες όπου κι αν εμφανίζεται. Η ρέγκε (ένα κράμα σκα, ρυθμ εντ μπλουζ και ροκ, μια μουσική νευρώδης και ράθυμη συγχρόνως) γίνεται παγκόσμια μουσική γλώσσα και επηρεάζει πολλούς καλλιτέχνες σε κάθε σημείο του πλανήτη.
Το Δεκέμβριο του 1976 ο Μάρλεϊ επιστρέφει δόξη και τιμή στην Ιαμαϊκή για να συμβάλει στην εκτόνωση των πολιτικών συγκρούσεων, αλλά παραλίγο να χάσει τη ζωή του, όταν άγνωστοι αποπειρώνται να τον δολοφονήσουν. Εγκαταλείπει άρον-άρον το νησί και εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου ηχογραφεί δύο άλμπουμ, το Exodus (ExodusWaiting in Vain,Jammin'One Love) και το Kaya (Is this LoveSun is shinning). To 1978 επιστρέφει στην πατρίδα του και διοργανώνει μια συναυλία πολιτικής συμφιλίωσης, που έμεινε στην ιστορία ωςOne Love Peace Concert.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το διπλό «ζωντανό» άλμπουμ Babylon by Bus και το πολιτικά φορτισμένο Survival, με τραγούδια όπως τα ZimbabweAfrica UniteWake Up and Live καιSurvival. Το 1980, το Uprising είναι το πιο θρησκευτικό του άλμπουμ, που έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα του. Περιείχε τραγούδια όπως τα Redemption Song και Forever Loving Jah.
Τον Ιούλιο του 1977, ο Μάρλεϊ ένοιωσε ενοχλήσεις στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού του ποδιού. Υποβλήθηκε σε εξετάσεις και οι γιατροί διέγνωσαν κακοήθες μελάνωμα. Του ζήτησαν να προχωρήσουν σε ακρωτηριασμό του δαχτύλου του για να σώσουν τη ζωή του, αλλά αυτός αρνήθηκε, επειδή του το απαγόρευαν οι πεποιθήσεις του ως Ρασταφάρι. Επιπροσθέτως, αρνήθηκε να συντάξει διαθήκη για να διευθετήσει τα περίπλοκα περιουσιακά του, καθότι είχε αποκτήσει 12 παιδιά από 8 διαφορετικές γυναίκες. Το απαγόρευε και αυτό ο Ρασταφαριανισμός.
Ο καρκίνος γρήγορα εξαπλώθηκε στα ζωτικά του όργανα. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1980 έδωσε την τελευταία του συναυλία στο Πίτσμπουργκ. Βρισκόταν ένα βήμα από τον θάνατο όταν κάλεσε ένα διάσημο γερμανό γιατρό για να τον θεραπεύσει. Ο καρκίνος βρισκόταν στο τελευταίο του στάδιο και ο Μπομπ Μάρλεϊ πέρασε στην αιωνιότητα το πρωί της 11ης Μαΐου1981 σε νοσοκομείο του Μαϊάμι.
Ο Μπομπ Μάρλεϊ τραγούδησε τον έρωτα, την αγάπη, αλλά και την καταπίεση των μαύρων από τους λευκούς. Βρέθηκε στη δίνη των πολιτικών αντιπαραθέσεων στην πατρίδα του, με μια εις βάρος του απόπειρα δολοφονίας. Όμως, γρήγορα έγινε λαϊκό είδωλο και η ημερομηνία γέννησής του τιμάται ως Εθνική Εορτή στη Τζαμάικα. Πολλά του οφείλουν οι καλλιτέχνες της ραπ, ενώ κάποιοι μουσικοκριτικοί δεν διστάζουν να τον αποκαλέσουν «Νονό του Χιπ-Χοπ», εκτός βεβαίως από «Βασιλιά της Ρέγκε», τίτλος που του ανήκει δικαιωματικά. Το άλμπουμ Legend, που κυκλοφόρησε τρία χρόνια μετά τον θάνατό του και περιέχει τις μεγαλύτερες επιτυχίες του έχει γίνει 10 φορές πλατινένιο, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 12 εκατομμύρια αντίτυπα (2008).


ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/369#ixzz48KLPq5dF

Ολοήμερη δημόσια θεατρική ανάγνωση της Οδύσσειας στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο



Ολοήμερη δημόσια θεατρική ανάγνωση της Οδύσσειας του Ομήρου από τo Εθνικό Θέατρο στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων
Η 18η Μαΐου, Διεθνής Ημέρα Μουσείων, φέτος αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο επιλέχθηκε από το Ελληνικό Τμήμα του ICOM ως το τιμώμενο μουσείο λόγω της συμπλήρωσης 150 χρόνων από την έναρξη της λειτουργίας του.
Οι επετειακές εκδηλώσεις του Αρχαιολογικού Μουσείου θα διαρκέσουν από τη Δευτέρα 16 Μαΐου έως την Κυριακή 22 Μαΐου 2016.
Την Τετάρτη 18 Μαΐου (Διεθνής Ημέρα Μουσείων), στο πλαίσιο αυτών των εορταστικών εκδηλώσεων, το Εθνικό Θέατρο διοργανώνει σε συνεργασία με το Μουσείο την θεατρική ανάγνωση των 24 ραψωδιών της Οδύσσειας του Ομήρου, σε μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη και με τη σκηνοθετική επιμέλεια του Νίκου Χατζόπουλου στη μεγάλη αίθουσα του Βωμού (φωτογραφία), από τις 10 το πρωί έως τις 12 το βράδυ με ελεύθερη είσοδο για το κοινό.
Η απαγγελία του ομηρικού έπους υπό τους ήχους μουσικής στην «καρδιά» του μουσείου, ανάμεσα σε πλήθος από αρχαιότητες, και τα 11.000 εκθέματα, θα «παντρέψει» με τον καλύτερο και συγκινητικότερο ίσως τρόπο τις τέχνες των μουσών, συνθέτοντας ένα μοναδικό πολιτιστικό γίγνεσθαι και συμβάλλοντας σε μια ιδιαίτερη ανάγνωση του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Την απαγγελία των ραψωδιών της Οδύσσειας του Ομήρου θα διακόψει μόνο η διεξαγωγή της κεντρικής εκδήλωσης της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων (18.00-20.30) του Ελληνικού Τμήματος του ICOM, που θα περιλαμβάνει ομιλίες του Ομότιμου Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας Πέτρου Θέμελη, της Διευθύντριας του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Μαρίας Λαγογιάννη και συναυλία με έργα του Astor Piazzolla από την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ και σολίστ τον Χρήστο Ζερμπίνο. Την εκδήλωση θα τιμήσει με την παρουσία του ο Υπουργός Πολιτισμού & Αθλητισμού Αριστείδης Μπαλτάς.
Σημειώνεται πως η συνεργασία του Εθνικού Θεάτρου με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αποτελεί την απαρχή μιας σειράς συνεργειών της πρώτης κρατικής σκηνής και με άλλα σημαντικά μουσεία της χώρας.
Ηθοποιοί που συμμετέχουν, με σειρά εμφάνισης:
Φένια Παπαδόδημα
Εύα Κοταμανίδου
Στεφανία Γουλιώτη
Όλια Λαζαρίδου
Ρένη Πιττακή
Κάτια Δανδουλάκη
Λουκία Μιχαλοπούλου
Λήδα Πρωτοψάλτη
Άννα Μάσχα
Μαρία Σαββίδου
Ρούλα Πατεράκη
Μαρία Σκουλά
Μπέτυ Αρβανίτη
Λυδία Κονιόρδου
Αλίκη Αλεξανδράκη
Δήμητρα Χατούπη
Μάνια Παπαδημητρίου
Ελένη Κοκκίδου
Δέσποινα Κούρτη
Αθηνά Μαξίμου
Αγλαΐα Παππά
Θέμις Μπαζάκα
Πέμη Ζούνη
Παρθενόπη Μπουζούρη
Ανάμεσα στους άνδρες ηθοποιούς που συμμετέχουν συνοδεύοντας τις παραπάνω κυρίες, συναντάμε τους:
Θανάση Παπαγεωργίου, Χρήστο Λούλη, Γιάννο Περλέγκα, Νίκο Χατζόπουλο, Χάρη Φραγκούλη, Γιώργο Χρυσοστόμου, Κώστα Βασαρδάνη, Άρη Τρουπάκη, Μιχάλη Σαράντη, Άγγελο Παπαδημητρίου, Σίμο Κακάλα, Νέστορα Κοψιδά, και άλλους.

Δωρεάν Διαλέξεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών


Κύκλος
Θεωρία στο Μέγαρο, φιλοσοφία, κριτική, ιστορία
Παρασκευή 6 Μαΐου 2016, ώρα 19:00
Σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών του Κολεγίου Μπέρκμπεκ (Birkbeck Institute for the Humanities)
Στα αγγλικά με ταυτόχρονη μετάφραση
Είσοδος ελεύθερη με δελτία προτεραιότητας
Η διανομή των δελτίων αρχίζει στις 17:30
Mε έναν από τους κορυφαίους στοχαστές της εποχής μας, τον Ετιέν Μπαλιμπάρ (Birkbeck Institute Professorial Fellow 2007-2014), εγκαινιάζεται την Παρασκευή 6 Μαΐου στις 7 το βράδυ ο νέος Κύκλος Θεωρία στο Μέγαρο, φιλοσοφία, κριτική, ιστορία του MegaronPlus που πραγματοποιείται σε συνεργασία με το  Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών του Κολεγίου Μπέρκμπεκ (Birkbeck Institute for the Humanities) και υπό την επιμέλεια του διευθυντή του Ινστιτούτου και βουλευτή Α΄ Πειραιά Κώστα Δουζίνα, ο οποίος και θα προλογίσει την εκδήλωση. Η διάλεξη του Ε. Μπαλιμπάρ έχει τίτλο «Η ιδέα της επανάστασης: χθες, σήμερα και αύριο» και θα γίνει στα αγγλικά με ταυτόχρονη μετάφραση. Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη με δελτία προτεραιότητας, τα οποία θα διανέμονται από τις 17:30.
Étienne Balibar
Birkbeck Institute Professorial Fellow 2007-2014
Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής και Ηθικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Paris-X Nanterre και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, (Irvine), ΗΠΑ. Μετά τις σπουδές του στην École normale supérieure και στη Σορβόννη (Paris-I), δίδαξε φιλοσοφία στη Σορβόννη (1969-1994) και ακολούθως στο Paris-X Nanterre. Αρχικά, έγινε διεθνώς γνωστός για τις μελέτες του σχετικά με το φιλοσοφικό έργο του Μαρξ καθώς και για τη συμμετοχή του στο συλλογικό σύγγραμμα «Διαβάζοντας το Κεφάλαιο» (L. AlthusserÉ. BalibarR. EstabletP. MachereyJ. Rancière). Θεωρητικός του Ιστορικού Υλισμού, της Ηθικής, της Κριτικής Θεωρίας και της Πολιτικής Φιλοσοφίας, ο E. Μπαλιμπάρ −μαθητής του Λουί Αλτουσέρ− έχει πλούσιο συγγραφικό έργο. Από τη δεκαετία του 1980 και ύστερα εξέδωσε σημαντικά έργα πάνω στη νεότερη και σύγχρονη Πολιτική Φιλοσοφία όπως: Ο Σπινόζα και η πολιτική (1985), Φυλή, Έθνος, Τάξη. Οι διφορούμενες ταυτότητες (1988, σε συνεργασία με τον Immanuel Wallerstein),Γραπτά για τον Αλτουσέρ (1991), Τα σύνορα της δημοκρατίας (1992), Ο φόβος των μαζών. Πολιτική και φιλοσοφία πριν και μετά τον Μαρξ (1997). Τα τελευταία δέκα χρόνια η σκέψη του έχει επικεντρωθεί στις έννοιες της δημοκρατίας, της «ισοελευθερίας», της πολιτικής βίας, της διατομικότητας, της ταυτότητας, της καθολικότητας καθώς και στα ζητήματα της Ευρώπης. Τα γνωστότερα βιβλία του είναι: Εμείς, πολίτες της Ευρώπης; Τα σύνορα, το κράτος, ο λαός (2001), Η πολιτική και η άλλη σκηνή (2002), Η Ευρώπη, η Αμερική, ο ΠόλεμοςΣκέψεις για την ευρωπαϊκή μεσολάβηση (2003). Βιβλία και άρθρα του έχουν δημοσιευτεί και μεταφραστεί σε πλήθος γλωσσών. Ο Ε. Μπαλιμπάρ συμμετέχει επίσης σε συντακτικές επιτροπές διεθνών περιοδικών φιλοσοφίας.
Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών του Κολεγίου Μπέρκμπεκ
(Birkbeck Institute for the Humanities)
Από τη ίδρυσή του το 2004, το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών του Κολεγίου Μπέρκμπεκ (Birkbeck Institute for the Humanities) του Πανεπιστήμιου του Λονδίνου εισέβαλε δυναμικά στην πανεπιστημιακή ζωή και τα πολιτισμικά δρώμενα της Μεγάλης Βρετανίας. Από τότε μέχρι σήμερα, ο δυναμισμός αυτός ξεπέρασε τον πανεπιστημιακό χώρο και τα όρια του Ηνωμένου Βασιλείου. Υπό τη διεύθυνση των Κώστα Δουζίνα(Director) και Σλαβόι Ζίζεκ (International Director), το Ινστιτούτο διαδραμάτισε και διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ανταλλαγή ιδεών, στον κριτικό έλεγχο αλλά και στην ανακαίνιση των ιδεολογιών σε παγκόσμιο επίπεδο καθώς και στην επανενεργοποίηση του δημόσιου διαλόγου και του ρόλου των διανοουμένων. Με τη θέση του στο κεντρικό Λονδίνο δίπλα στο Βρετανικό Μουσείο, το Ινστιτούτο καλεί διανοούμενους και πολίτες να συζητήσουν , τα μεγάλα θέματα της επικαιρότητας από τη σκοπιά των «επιστημών των Γραμμάτων». Σε μια εποχή που οι ανθρωπιστικές σπουδές υφίστανται τεράστια επίθεση, η Φιλοσοφία, η Ιστορία, η Τέχνη και η Κριτική μπαίνουν πάλι στην καρδιά του δημόσιου διάλογου.
Το Ινστιτούτο παρέχει υποτροφίες σε αναγνωρισμένους και νέους επιστήμονες, συγγραφείς, λογοτέχνες, διανοούμενους και καλλιτέχνες, γεγονός που τους επιτρέπει να περάσουν ένα χρονικό διάστημα στο Λονδίνο εξερευνώντας ιδέες, βιβλία και αρχεία. Μέσω της διοργάνωσης δημόσιων συζητήσεων, διαλέξεων, σεμιναρίων και συνεδρίων, στόχος του Ινστιτούτου είναι να προαγάγει την ενασχόληση με δημόσια θέματα της εποχής μας, τη διεπιστημονική έρευνα, την παραγωγή νέων ιδεών στις ανθρωπιστικές επιστήμες, τη διάδοσή τους στη δημόσια σφαίρα και τη συνεργασία μεταξύ ακαδημαϊκών και ερευνητών.   
Η εκδήλωση θα μεταδοθεί απευθείας μέσω Διαδικτύου και θα είναι ανοικτή σε όλους. Η παρακολούθηση της μετάδοσης θα είναι εφικτή μέσω της ιστοσελίδας του Μεγάρου(www.megaron.gr).
Για περισσότερες πληροφορίες
210 72.82.333
Επίσης...
9 ΜΑΪΟΥ 2016
11 ΜΑΪΟΥ 2016

Σε συνεργασία
με το Birkbeck Institute for the Humanities
Κύκλος: Θεωρία στο Μέγαρο: φιλοσοφία, κριτική, ιστορία

Ομιλήτρια: Judith Butler, Καθηγήτρια στο University of California, Berkeley (Birkbeck Institute Professorial Fellow)
Προλογίζει και συντονίζει η Έλενα Τζελέπη, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών στο Birkbeck Institute for the Humanities και Διδάκτωρ φιλοσοφίας του New School of Philosophy στη Νέα Υόρκη

Μία από τις σημαντικότερες θεωρητικούς των σπουδών φύλου, την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας Τζούντιθ Μπάτλερ, υποδέχεται το Megaron Plus την Τετάρτη 11 Μαΐου. Η αμερικανίδα φιλόσοφος θα παρουσιάσει τη διάλεξη με τίτλο «Σώματα που έχουν ακόμη σημασία».

Judith ButlerΗ Judith Butler, καθηγήτρια στo τμήμα Συγκριτικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας (Berkeley) των ΗΠΑ, είναι μια από τις σπουδαιότερες θεωρητικούς της εποχής μας με καθοριστική συμβολή στη φεμινιστική θεωρία, την πολιτική φιλοσοφία, τη ψυχαναλυτική θεωρία και την κοινωνική και πολιτισμική κριτική. Το πρωτοποριακό της έργο, που έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα θεματικών: έμφυλη ταυτότητα, σεξουαλικότητα, συγγένεια, σχέσεις εξουσίας, λόγος, υποκειμενικότητα, επιτελεστικότητα, κριτική. Μελέτες της όπως τα Σώματα με σημασία: Οριοθετήσεις του «φύλου» στον λόγο και το Αναταραχή φύλου: Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας θεωρούνται καταστατικά έργα της σύγχρονης φεμινιστικής θεωρίας, των σπουδών φύλου και της queer θεωρίας. Με τα έργα της αυτά η Μπάτλερ έδειξε πως η υποκειμενικότητα και η υποτιθέμενη συνοχή μεταξύ βιολογικού φύλου, κοινωνικού φύλου και σεξουαλικότητας δεν παράγονται μόνο λογοθετικά αλλά οφείλονται στην επαναλαμβανόμενη στιλιστική επιτέλεση συγκεκριμένων πράξεων μέσα στον χρόνο. Άλλα γνωστά της έργα που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά είναι: Ευάλωτη ζωή: Οι δυνάμεις του πένθους και της βίας (2008)  Επιτελεστική πολιτική και κριτική της κρατικής βίας (2010), Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό (2016). Συνολικά, η επίδραση του έργου της Μπάτλερ δεν περιορίζεται σε ακαδημαϊκούς κύκλους, αλλά έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις όχι μόνο στο χώρο του φεμινιστικού ή του γκέι και λεσβιακού κινήματος, αλλά σε όλους τους χώρους του πολιτικού ριζοσπαστισμού. 
Στα αγγλικά με ταυτόχρονη μετάφραση
12 ΜΑΪΟΥ 2016
13 ΜΑΪΟΥ 2016