Η τέχνη στα οδοφράγματα

Η τέχνη στα οδοφράγματα

Ένα πολιτιστικό τριήμερο, ένα non stop Φεστιβάλ, το μεγαλύτερο σε διάρκεια και αριθμό συμμετοχών, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή 8, 9 και 10 Απριλίου:

Εκεί όπου, τρεισήμισι μήνες τώρα, κυριαρχούν από τη μία η βία και από την άλλη η αντίσταση, η τέχνη παίρνει θέση. Δίπλα στους εξεγερμένους κατοίκους της Κερατέας, που αγωνίζονται ενάντια στη δημιουργία ΧΥΤΑ στο Οβριόκαστρο, ενάντια στην υποβάθμιση του τόπου τους. Στα οδοφράγματα της λεωφόρου Λαυρίου, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών ενώνουν τις δυνάμεις τους για την πραγματοποίηση του μεγαλύτερου Φεστιβάλ Αντίστασης στα ελληνικά χρονικά.

Οι καλλιτέχνες τραγουδάνε και παίζουν μουσική, δημιουργούν, ζωγραφίζουν, παίζουν με τα παιδιά, δίνουν παραστάσεις, απαγγέλουν ποιήματα, φτιάχνουν καλλιτεχνικά εργαστήρια πάνω στο δρόμο, στο μπλόκο ΒΙΟΠΑ της Λαυρίου. Κι όλοι μαζί γιορτάζουμε, γιατί η Αντίσταση μπορεί να είναι και Γιορτή. Γιατί η Τέχνη μπορεί να είναι Αντίσταση.

Ένα πολιτιστικό τριήμερο, ένα non stop Φεστιβάλ, το μεγαλύτερο σε διάρκεια και αριθμό συμμετοχών, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή  8, 9 και 10 Απριλίου: 72 ώρες, 60 μουσικά σχήματα, 150 εικαστικοί καλλιτέχνες με πάνω από 500 έργα, 10 θεατρικές παραστάσεις, 15 workshops (εργαστήρια), κατασκευές έργων, εγκαταστάσεις  και εικαστικές παρεμβάσεις επί τόπου, προβολές video art, ντοκιμαντέρ, ζωντανές συνδέσεις με περιοχές που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα με της Κερατέας.

        
E-mail: artresistance@yahoo.gr
syntonistikiKeratea@gmail.com             


kerateaartres1stance.blogspot.com/

Όταν η δημοκρατία υποτάχθηκε στο χρέος



 
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ένα ντοκιμαντέρ με παραγωγό το θεατή. Το DEBTOCRACY αναζητά τα αίτια της κρίσης χρέους και προτείνει λύσεις που αποκρύπτονται από την κυβέρνηση και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Το ντοκιμαντέρ θα διανέμεται δωρεάν από τα τέλη Μαρτίου χωρίς δικαιώματα χρήσης και αναμετάδοσης και θα υποτιτλιστεί σε τουλάχιστον τρεις γλώσσες.

Ο Αρης Χατζηστεφάνου και η Κατερίνα Κιτίδη μιλούν με οικονομολόγους, δημοσιογράφους και προσωπικότητες από όλο τον κόσμο περιγράφοντας τα βήματα που οδήγησαν την Ελλάδα στην παγίδα του χρέους- τη χρεοκρατία. Το DEBTOCRACY παρακολουθεί την πορεία χωρών όπως ο Ισημερινός, που δημιούργησαν Επιτροπές Λογιστικού Ελέγχου αλλά και την αντίστοιχη προσπάθεια που ξεκίνησε στην Ελλάδα.

Στο Debtocracy μιλούν, μεταξύ άλλων, οι ακαδημαϊκοί Ντέιβιντ Χάρβεϊ, Σαμίρ Αμίν, Κώστας Λαπαβίτσας και Ζεράρ Ντιμενίλ, ο φιλόσοφος  Αλέν Μπαντιού, ο επικεφαλής της επιτροπής λογιστικού ελέγχου του Ισημερινού Ούγκο Αρίας, ο πρόεδρος του CADTM Ερίκ Τουσέν, ο Αργεντίνος σκηνοθέτης Φερνάντο Σολάνας, δημοσιογράφοι όπως  o Άβι Λιούις (συγγραφέας/σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ The Take – Η κατάληψη) και ο Ζαν Κατρμέρ (Liberation). Ακόμη προσωπικότητες όπως ο Μανώλης Γλέζος και η αντιπρόεδρος του γερμανικού κόμματος Die Linke Ζάρα Βάγκενκνεχτ.

Τη μουσική επένδυση προσφέρει ο Γιάννης Αγγελάκας και επιστημονική επιμέλεια έχει ο δημοσιογράφος και οικονομολόγος Λεωνίδας Βατικιώτης.

Την παραγωγή του DEBTOCRACY ανέλαβε η εταιρεία BitsnBytes. Το μοντάζ υπογράφει ο Άρης Τριανταφύλλου.

Μια «μετωπική σύγκρουση με το ελληνικό δημόσιο»

Μια «μετωπική σύγκρουση με το ελληνικό δημόσιο»

Για την ταινία του Σωτήρη Γκορίτσα «Απ’ τα κόκαλα βγαλμένα», που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Γιώργου Δενδρινού
Της Αλίκης Κοσυφολόγου

Νεαρός ορθοπεδικός (Αργύρης Ξάφης), εργατικός και αισιόδοξος,  ξεκινάει την ειδικότητα του σ ένα δημόσιο νοσοκομείο, έχοντας την πεποίθηση ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στις αντιξοότητες του επαγγέλματος με συστηματική εργασία και συνέπεια στις αρχές της επιστήμης του. Σύντομα συνειδητοποιεί ότι τα δομικά εμπόδια είναι τεράστια και ότι η προσπάθεια που καταβάλλει ο ίδιος δεν αρκεί για την υπέρβασή τους.

Ο θεσμός του ΕΣΥ παρουσιάζεται υλικά ανεπαρκής, αλλά κυρίως ηθικά απαξιωμένος, σε τόσο βαθμό, ώστε να οδηγεί στην ψυχολογική και σωματική εξάντληση όσους και όσες θέλουν να εργαστούν με σοβαρότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δύο επίσης «καλοί» γιατροί – τους υποδύονται ο Δημήτρης Ήμελλος και η Άννα Κουτσαφτίκη - που πλαισιώνουν τον κεντρικό χαρακτήρα, οι οποίοι εγκαταλείπουν την προσπάθεια και στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα.

Αφορμή για την ταινία ήταν η περιπέτεια υγείας του ίδιου του σκηνοθέτη Σ. Γκορίτσα και πηγή έμπνευσης στάθηκε το βιβλίο του γιατρού Γ. Δενδρινού. Το γεγονός ότι το σενάριο της ταινίας διαμορφώθηκε ως καταγραφή αληθινών εμπειριών, σε κάποια ενσταντανέ, αναβαθμίζει υπερβολικά τη ρεαλιστική αναπαράσταση σε βάρος της μυθοπλασίας. 

Η κεντρική «θέση» της ταινίας συμπυκνώνεται στη φράση «Το αυτονόητο είναι το ακατόρθωτο», η οποία αναφέρεται, κατά κύριο λόγο, στον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα και, εν προκειμένω, των δημόσιων νοσοκομείων.  Η σύμβαση της κοινωνικής σάτιρας δικαιολογεί την υπερβολή, από την άλλη πλευρά όμως,  η τόσο έντονη «μετωπική σύγκρουση» με το δημόσιο τομέα μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να παραγάγει ιδεολογικά αποτελέσματα αντίθετα από τα «επιδιωκόμενα» - εφόσον θεωρούμε ότι το επιδιωκόμενο της κριτικής είναι η βελτίωση της λειτουργίας του δημόσιου νοσοκομείου κι όχι η κατάργηση του. Δεν ισχυρίζομαι ότι η ταινία λειτουργεί ως απολογία των ιδιωτικοποιήσεων. Αντιθέτως, το σενάριο παλεύει να απεγκλωβιστεί από αυτό το σχήμα θέσης – αντίθεσης μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού. Φαίνεται όμως, ότι δεν το πετυχαίνει εντελώς αυτό.

Από την άλλη, πράγματι, η «καλοφτιαγμένη» πλοκή ξεγλιστράει επιδέξια από κάθε είδους λαϊκισμό, ενώ ασχολείται με ένα θέμα που θα μπορούσε να γίνει προνομιακό πεδίο για την  «εκδήλωσή» του. Η αποφυγή του λαϊκισμού και της δραματουργικής  υπεραπλούστευσης των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται στο περιβάλλον του νοσοκομείου αποτελεί μάλλον μια μεγάλη αρετή αυτού του σατιρικού έργου.

Η ταινία είναι, στο σύνολό της, αρκετά ενδιαφέρουσα και οι διάλογοι καταφέρνουν να αποδομήσουν με εντυπωσιακά αποτελεσματικό τρόπο όλα τα κοινωνικά στερεότυπα που σχετίζονται με το ιατρικό επάγγελμα στην Ελλάδα.  Οι υποδειγματικές ερμηνείες των ηθοποιών, που καταφέρνουν να παραμένουν δραματικοί μέσα στην παρωδία, είναι το μεγάλο ατού «της». Βεβαίως στα πλεονεκτήματα του φιλμ περιλαμβάνεται και η απολαυστική «σύμπτυξη» εθνικού ύμνου και «I will survive» της Γκλόρια Γκέυνορ, που εμπνεύστηκαν οι Burger Project για τη μουσική του επένδυση.


Παίζουν: Αργύρης Ξάφης, Δημήτρης Ήμελλος, Άννα Κουτσαφτίκη, Στέλιος Μάϊνας, Μπέσσυ Μάλφα, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Βαγγέλης Μουρίκης, Μηνάς Χατζησάββας, Γιώργος Συμεωνίδης, Γιώτα Φέστα, Κώστας Μπερικόπουλος, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Μάκης Παπαδημητρίου, Υβόννη Μαλτέζου κλπ.
Σενάριο – Σκηνοθεσία : Σωτήρης Γκορίτσας
Παραγωγός: Κων/νος Μωριάτης
Συνεργάτης σεναρίου: Νίκος Παναγιωτόπουλος
Δ/νση φωτογραφίας : Σίμος Σαρκετζής

Ήρθε η ώρα να τολμήσουμε

Ήρθε η ώρα να τολμήσουμε

Σαβούρα θα βρούμε στο δρόμο μας μπόλικη. Μήπως σήμερα δεν βρίσκουμε; Αλλά τουλάχιστον η ειλικρινής αποτυχία είναι προτιμότερη από την προκάτ επιτυχία
Του Νίκου Σβέρκου

Οι άνθρωποι που μεγαλώσαμε στην Ελλάδα τις τελευταίες δυο ή τρεις δεκαετίες, πήραμε μια τρομερά περιορισμένη πολιτιστική ανατροφή. Η κατασκευή “ιερών έντεχνων τεράτων” είχε τελικά τραγικά αποτελέσματα. Η πλειοψηφία των ανθρώπων αυτής της ηλικιακής ομάδας προτίμησε άλλες εμπορευματικές εκδοχές της μουσικής, αφού ουσιαστικά το μονοπώλιο του έντεχνου κατάντησε τον εαυτό του ατελέσφορο και επαναλαμβανόμενο. Το κράτος έκανε “σημαία” του τον πολιτισμό. Όχι όποιον κι όποιον. Τον κρατικοδίαιτο, αυτόν τον πολιτισμό που σπουδάζεται με την προσωπική εμμονή και τελικά μαραζώνει από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του με τις επιχορηγήσεις.

Να είμαστε σοβαροί. Χωρίς ενίσχυση και δημοκρατία πολιτισμός δεν παράγεται. Δείτε την Γαλλία πώς παρήγαγε τα κινηματογραφικά κομψοτεχνήματά της. Ήταν κεντρική απόφαση της πολιτείας να φτιαχτεί ο γαλλικός κινηματογράφος. Και δόθηκε άπλετος χώρος στους δημιουργούς, εκφραστική ελευθερία και ηθική (εκτός από οικονομική) ενίσχυση. Στην Ελλάδα των δυο-τριών σπουδαίων δημιουργών η παραγωγή έγινε άνυδρη, βαρετή και τελικά επέθανε. Το εντυπωσιακό αποτέλεσμα  του “Κυνόδοντα” δεν είναι παρά ένα πυροτέχνημα, μια κορυφή ενός παγόβουνου που πολύ απλά δεν υπάρχει. Έτσι συμβαίνει δυστυχώς και στη μουσική. Πάλι καλά που εκεί υπάρχουν σποραδικά σπουδαία αποτελέσματα από ανθρώπους της “επόμενης γενιάς” που δημιούργησαν έξω από το πλαίσιο.

Είναι τρομερά κουραστικό να ανακυκλώνουμε τους επαίνους. Όσο σκληρό κι αν μοιάζει, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος ή ο Μίκης Θεοδωράκης (τα ονόματα αυτά είναι αντιπροσωπευτικά και όχι μοναδικά στο είδος τους) απέτυχαν οικτρά. Δεν έκαναν τίποτα για να εξασφαλιστεί η πολιτιστική συνέχεια στις τέχνες τους, που είναι εξόχως λαϊκές. Οι όμορφες σποραδικές ριπές του Αγγελάκα, του Παυλίδη ή του Δεληβοριά ουσιαστικά δεν αποτελούν διαχειριστικά παιδιά των παραπάνω, παρά μόνον περιπτώσεις που διύλισαν την λατρεία τους για την έκφραση μέσα από το πολιτιστικό τους περιβάλλον.

Η πιο συνήθης δικαιολογία λέει ότι “οι καιροί άλλαξαν” και ως εκ τούτου δεν είναι δυνατόν να υπάρχει τόσο σπουδαία παραγωγή όπως στο παρελθόν. Μισό λεπτό, αγαπητοί λάτρεις της φορμόλης! Η τέχνη αποτελεί είδος για χρήση και ανάπτυξη υπό συγκεκριμένες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες; Ε, όχι! Δεν γίνεται σήμερα να μην υπάρχει τρανταχτή έκφραση της δυσαρέσκειας για τα μύρια όσα μάς περιβάλλουν. Αν δεν υπάρχει, τότε μιλάμε για μια κοινωνία νεκρή, πράγμα που και προσωπικά αρνούμαι να αποδεχτώ. Άρα κάπου είναι κρυμμένη.

Επειδή από το κράτος πολλές φορές περιμέναμε πολλά, αλλά σοβαρότητα δεν αντικρίσαμε, καιρός είναι να σπάσουμε τα στεγανά. Ο καθένας από εμάς, δημιουργός ή θεατής, πομπός ή δέκτης, να σταματήσει την ιδιώτευση της τέχνης. Να ανοίξουμε μάτια, αυτιά, μυαλό και ψυχή και να έρθουμε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα. Να σταματήσουμε να ντρεπόμαστε για ό,τι λατρεύουμε, να απενοχοποιήσουμε εικόνες, λέξεις και ήχους και τουλάχιστον να δοκιμάσουμε.

Σαβούρα θα βρούμε στο δρόμο μας μπόλικη. Μήπως σήμερα δεν βρίσκουμε; Αλλά τουλάχιστον η ειλικρινής αποτυχία είναι προτιμότερη από την προκάτ επιτυχία.


Σημ: Αυτές οι σκέψεις είναι αποτέλεσμα της είδησης του θανάτου του Μανώλη Ρασούλη, για τον οποίο πολλά άκουσα και λίγα πίστεψα. Το υπέροχα άμεσο έργο του αρκεί. Υπήρξε άψογος..