Μια «μετωπική σύγκρουση με το ελληνικό δημόσιο» |
Για την ταινία του Σωτήρη Γκορίτσα «Απ’ τα κόκαλα βγαλμένα», που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Γιώργου Δενδρινού |
Της Αλίκης Κοσυφολόγου Νεαρός ορθοπεδικός (Αργύρης Ξάφης), εργατικός και αισιόδοξος, ξεκινάει την ειδικότητα του σ ένα δημόσιο νοσοκομείο, έχοντας την πεποίθηση ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στις αντιξοότητες του επαγγέλματος με συστηματική εργασία και συνέπεια στις αρχές της επιστήμης του. Σύντομα συνειδητοποιεί ότι τα δομικά εμπόδια είναι τεράστια και ότι η προσπάθεια που καταβάλλει ο ίδιος δεν αρκεί για την υπέρβασή τους. Ο θεσμός του ΕΣΥ παρουσιάζεται υλικά ανεπαρκής, αλλά κυρίως ηθικά απαξιωμένος, σε τόσο βαθμό, ώστε να οδηγεί στην ψυχολογική και σωματική εξάντληση όσους και όσες θέλουν να εργαστούν με σοβαρότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δύο επίσης «καλοί» γιατροί – τους υποδύονται ο Δημήτρης Ήμελλος και η Άννα Κουτσαφτίκη - που πλαισιώνουν τον κεντρικό χαρακτήρα, οι οποίοι εγκαταλείπουν την προσπάθεια και στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα. Αφορμή για την ταινία ήταν η περιπέτεια υγείας του ίδιου του σκηνοθέτη Σ. Γκορίτσα και πηγή έμπνευσης στάθηκε το βιβλίο του γιατρού Γ. Δενδρινού. Το γεγονός ότι το σενάριο της ταινίας διαμορφώθηκε ως καταγραφή αληθινών εμπειριών, σε κάποια ενσταντανέ, αναβαθμίζει υπερβολικά τη ρεαλιστική αναπαράσταση σε βάρος της μυθοπλασίας. Η κεντρική «θέση» της ταινίας συμπυκνώνεται στη φράση «Το αυτονόητο είναι το ακατόρθωτο», η οποία αναφέρεται, κατά κύριο λόγο, στον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα και, εν προκειμένω, των δημόσιων νοσοκομείων. Η σύμβαση της κοινωνικής σάτιρας δικαιολογεί την υπερβολή, από την άλλη πλευρά όμως, η τόσο έντονη «μετωπική σύγκρουση» με το δημόσιο τομέα μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να παραγάγει ιδεολογικά αποτελέσματα αντίθετα από τα «επιδιωκόμενα» - εφόσον θεωρούμε ότι το επιδιωκόμενο της κριτικής είναι η βελτίωση της λειτουργίας του δημόσιου νοσοκομείου κι όχι η κατάργηση του. Δεν ισχυρίζομαι ότι η ταινία λειτουργεί ως απολογία των ιδιωτικοποιήσεων. Αντιθέτως, το σενάριο παλεύει να απεγκλωβιστεί από αυτό το σχήμα θέσης – αντίθεσης μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού. Φαίνεται όμως, ότι δεν το πετυχαίνει εντελώς αυτό. Από την άλλη, πράγματι, η «καλοφτιαγμένη» πλοκή ξεγλιστράει επιδέξια από κάθε είδους λαϊκισμό, ενώ ασχολείται με ένα θέμα που θα μπορούσε να γίνει προνομιακό πεδίο για την «εκδήλωσή» του. Η αποφυγή του λαϊκισμού και της δραματουργικής υπεραπλούστευσης των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται στο περιβάλλον του νοσοκομείου αποτελεί μάλλον μια μεγάλη αρετή αυτού του σατιρικού έργου. Η ταινία είναι, στο σύνολό της, αρκετά ενδιαφέρουσα και οι διάλογοι καταφέρνουν να αποδομήσουν με εντυπωσιακά αποτελεσματικό τρόπο όλα τα κοινωνικά στερεότυπα που σχετίζονται με το ιατρικό επάγγελμα στην Ελλάδα. Οι υποδειγματικές ερμηνείες των ηθοποιών, που καταφέρνουν να παραμένουν δραματικοί μέσα στην παρωδία, είναι το μεγάλο ατού «της». Βεβαίως στα πλεονεκτήματα του φιλμ περιλαμβάνεται και η απολαυστική «σύμπτυξη» εθνικού ύμνου και «I will survive» της Γκλόρια Γκέυνορ, που εμπνεύστηκαν οι Burger Project για τη μουσική του επένδυση. Παίζουν: Αργύρης Ξάφης, Δημήτρης Ήμελλος, Άννα Κουτσαφτίκη, Στέλιος Μάϊνας, Μπέσσυ Μάλφα, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Βαγγέλης Μουρίκης, Μηνάς Χατζησάββας, Γιώργος Συμεωνίδης, Γιώτα Φέστα, Κώστας Μπερικόπουλος, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Μάκης Παπαδημητρίου, Υβόννη Μαλτέζου κλπ. Σενάριο – Σκηνοθεσία : Σωτήρης Γκορίτσας Παραγωγός: Κων/νος Μωριάτης Συνεργάτης σεναρίου: Νίκος Παναγιωτόπουλος Δ/νση φωτογραφίας : Σίμος Σαρκετζής |
Το Πολιτιστικό Κέντρο Εργαζομένων ΟΤΕ Ν.Αττικής οφείλει να στηρίζει την ερασιτεχνική δημιουργία, την πνευματική εξύψωση και αρμονική συνύπαρξη, να εμπεδώνει τη συναδελφικότητα και την αλληλεγγύη προωθώντας παράλληλα τη συλλογική και δημοκρατική αυτό-οργάνωσή του. Να ενθαρρύνει την επαφή με την φύση και τον αθλητισμό, να πρωταγωνιστήσει στους αγώνες για την Ειρήνη και την πολιτιστική ανασυγκρότηση του τόπου. Ο παραγοντισμός, η ιδιοτέλεια, ο ατομισμός τσακίζουν την κοινωνία–τη φύση–τον πολιτισμό