Αναδημοσίευση από το τελευταίο τεύχος του περιοδικού Πολιτιστική Έκφραση
2013 ΕΤΟΣ ΚΑΒΑΦΗ
Ο ποιητής
Κων/νος Καβάφης είναι ίσως ο πιο διάσημος Έλληνας ποιητής. Από πολλούς ξένους
θεωρείται και ο μεγαλύτερος ποιητής παγκοσμίως. Διδάσκεται στα ξένα
πανεπιστήμια και το έργο του έχει απασχολήσει τη διεθνή κριτική σκέψη (τα
ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες). Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια
το 1863. Ο πατέρας του Πέτρος – Ιωάννης ήταν έμπορος (πέθανε όμως νωρίς χωρίς
να του αφήσει αξιόλογη περιουσία). Η μητέρα του Χαρίκλεια (το γένος Γεωργάκη
Φωτιάδη) ήταν γόνος αριστοκρατικής φαναριώτικης οικογένειας από την
Κωνσταντινούπολη. Σε νηπιακή ηλικία έζησε στην Αγγλία και επέστρεψε στην
Αλεξάνδρεια 9 ετών, όπου ξεκίνησε για πρώτη φορά να μαθαίνει την ελληνική
γλώσσα.
Το 1886, σε
ηλικία 23 ετών, ο Καβάφης δημοσίευσε το πρώτο ποίημά του στο Περιοδικά Έσπερος
της Λειψίας. Από το 1912 ξεκίνησε να δημοσιεύει τα ποιήματά του σε μονόφυλλα
που αργότερα τα έκανε συλλογές. Από το 1899 έως το 1922 υποχρεώθηκε να εργασθεί
ως υπάλληλος της Αιγυπτιακής Κυβέρνησης. Στην Αλεξάνδρεια (την οποία λίγες
φορές αποχωρίστηκε) θα ζήσει έως το τέλος της ζωής του, δηλαδή έως το 1933.
Η πρώτη
έκδοση του συνόλου των ποιημάτων του έγινε μετά το θάνατό του, στην Αλεξάνδρεια
το 1935. Η φήμη του ξεκίνησε από την Αγγλία και γρήγορα απλώθηκε σε όλο τον
κόσμο. Αρχικά, η αινιγματική ποίησή του με το ολότελα προσωπικό ύφος, δεν
άρεσε. Άλλοι την απέρριψαν και άλλοι στάθηκαν επιφυλακτικοί. Στη συνέχεια όμως είχε
μεγάλη απήχηση στο κοινό. Στην Ελλάδα τον έκανε γνωστό ο Γρηγόριος Ξενόπουλος.
Η ποίηση του
Καβάφη είχε ένα πρωτόγνωρο ύφος για τα ελληνικά δεδομένα, που ξάφνιασε για την
τόλμη του. Πεζολογική, καταργώντας δηλαδή τα μέτρα και την ομοιοκαταληξία είναι
γραμμένη σε μία ιδιάζουσα καθαρεύουσα. Στα πρώτα του ποιήματα είναι διάχυτο το
ερωτικό στοιχείο. Πολλά από τα ποιήματά του ήταν ερωτικά, συχνά ηδονιστικά και
με έντονη τη ροπή προς την ομοφυλοφιλία. Αργότερα στα χρόνια της ποιητικής του
ωριμότητας, θα στραφεί στην περιγραφή συναισθημάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα,
αυτό της μοναξιάς.
Απόσπασμα από
το ποίημα «ΚΕΡΙΑ». Σύμφωνα με τον ίδιο τον ποιητή, «το ποίημα …δεν πρέπει να
θεωρηθεί αλληγορικόν. Είναι…οραματικόν…»
«Του
μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ έμπροστά μας
Σα μια σειρά κεράκια αναμένα-
Χρυσά, ζεστά,
και ζωηρά κεράκια.
Ή περασμένες
μέρες πίσω μένουν,
Μία θλιβερή
γραμμή κεριών σβυσμένων…
Τι γρήγορα
που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει.
Τι γρήγορα
που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.»
Πολλά ποιήματά του είναι ιστορικά και
αναφέρονται στην ελληνιστική περίοδο, στον ελληνορωμαϊκό κόσμο αλλά και στο
Βυζάντιο. Για παράδειγμα, «Τα άλογα του Αχιλλέως», η «Κηδεία του Σαρπηδόνος».
Με πιο χαρακτηριστικό, το «ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ», που θα αποτελέσει ένα
διαχρονικό ποίημα ιδιαίτερης αξίας.
- Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;
Είναι οι
βάρβαροι να φθάσουν σήμερα….
Και τώρα τι
θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι
αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.
…Η κοινωνία φθάνει σε ένα βαθμό πολυτελείας,
πολιτισμού κ΄ εκνευρισμού (=αποχαύνωσης) όπου απελπισμένη από τη θέσι εις την
οποίαν δεν βρίσκει διόρθωσι συμβιβαστική με τον συνειθισμένο της βίο,
αποφασίζει να φέρη μία ριζική αλλαγή – να θυσιάση, ν’ αλλάξη, να γυρίσει πίσω,
ν’ απλοποιήση («Αυτά είναι οι βάρβαροι») (Καβάφης).
Σε άλλα
ποιήματά του κυριαρχεί η μορφή του ωραίου νέου. Είχε εμμονή με το χρόνο. Επιθυμούσε
να αρέσει και να μην γεράσει. Γι αυτό είχε πει:
«Το γήρας είναι η μία τραγική άποψη της ζωή
μας» και «ο χρόνος δεν κάνει
διακρίσεις»
Η φθορά του
χρόνου αντικατοπτρίζεται και στο ποίημά του «ΑΠ΄ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ»:
«Δώδεκα και
μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
Απ΄τες εννιά
που άναψα τη λάμπα και κάθισα εδώ…
Το είδωλον
του νέου σώματός μου,
απ΄τες εννιά
που άναψα την λάμπα ήλθε και με ηύρε και με θύμισε κλειστές κάμαρες αρωματισμένες και περασμένη ηδονή…
το είδωλον
του νέου σώματός μου ήλθε και μ΄έφερε τα λυπητερά…
Δώδεκα και
μισή. Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και
μισή. Πως πέρασαν τα χρόνια.»
Ο ποιητής